Αυτές οι δύο ομάδες χημικών μολυντών χρησιμοποιούνται στη γεωργία και τη κτηνοτροφία για τον έλεγχο των ασθενειών και τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων. Παρόλα αυτά μπορεί να αφήσουν υπολείμματα στο τελικό προϊόν, τα οποία έχουν βλαβερές συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία.
Εικόνα από ReAgent
Τα ζιζανιοκτόνα είναι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ευρέως στη γεωργία για τον περιορισμό διαφόρων ζιζανίων και συνεπώς την αυξημένη παραγωγή και βελτιωμένη ποιότητα των προϊόντων. Αλλά έχουν ένα μεγάλο μειονέκτημα – τα υπολείμματα τους. Το πρόβλημα της μόλυνσης των τροφίμων που δημιουργείται από τα υπολείμματα των ζιζανιοκτόνων γίνεται συνεπώς ολοένα και πιο σημαντικό (Yigit & Velioglu, 2019).
Τα τρόφιμα υποβάλλονται σε διάφορες διαδικασίες πριν φτάσουν στον καταναλωτή, και αυτό μπορεί να μειώσει την συγκέντρωση του υπολείμματος. Σύμφωνα με τους Yigit and Velioglu (2019), το πλύσιμο μόνο με νερό μπορεί να απομακρύνει τα υπολείμματα των ζιζανιοκτόνων μέχρι και 100%, εξαρτάται που και για πόσο χρόνο βρίσκονται στο προϊόν, πόσο διαλυτά είναι στο νερό και ποια είναι η θερμοκρασία του πλυσίματος. Άλλες διαδικασίες περιλαμβάνουν την απομάκρυνση της φλούδας, ή ξεφλούδισμα, που είναι πιο αποτελεσματικές διαδικασίες για την απομάκρυνση των υπολειμμάτων. Το μαγείρεμα μπορεί επίσης να κάνει τα υπολείμματα να εξατμιστούν, καθώς η αποθήκευση σε χαμηλές θερμοκρασίες (ψυγείου ή κατάψυξης) διατηρεί τα υπολείμματα σταθερά και τα ελαχιστοποιεί πολύ αργά. Η διαύγαση και το φιλτράρισμα μπορεί να εξαφανίσουν τα υπολείμματα που παρέμειναν στα σωματίδια. Από την άλλη, η αποξήρανση μπορεί να αυξήσει τη συγκέντρωση σε σχέση με το βάρος του προϊόντος, αλλά η ξήρανση στον ήλιο μπορεί να τη μειώσει την περιεκτικότητα λόγω φωτο-αποδόμησης.
Τα ζιζανιοκτόνα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Όταν οι άνθρωποι έλθουν σε επαφή με μεγάλες ποσότητες ζιζανιοκτόνων, μπορεί να υποστούν οξεία δηλητηρίαση (π.χ. άσθμα, ερεθισμούς στο δέρμα, στόμα και μύτη) ή μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία, όπως καρκίνο και αναπαραγωγικές διαταραχές (World Health Organization, 2016). Η έκθεση σε ζιζανιοκτόνα υπολογίζεται ότι προκαλεί 19% όλων των καρκίνων και γι’ αυτό τα υπολείμματα ζιζανιοκτόνων χρειάζονται επείγουσα παρακολούθηση (World Health Organization, 2016). Παρόλα αυτά οι περισσότερες περιπτώσεις δηλητηρίασης από ζιζανιοκτόνα, που έχουν αναφερθεί οφείλονται σε απ’ ευθείας έκθεση των εργαζόμενων στη γεωργία, οι οποίοι χρησιμοποιούν τα ζιζανιοκτόνα ή σε αυτό-δηλητηρίαση (Philippe et al., 2021).
Σε περίπτωση έκθεσης σε ζιζανιοκτόνο, μια λίστα πρώτων βοηθειών συμπεριλαμβάνει τα παρακάτω τα οποία πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμα (Fishel & Andre, 2002):
Εικόνα από Canva
Τα κτηνιατρικά φάρμακα χρησιμοποιούνται για την πρόληψη των ασθενειών ή την θεραπεία τους στην κτηνοτροφία. Περίπου 80% των ζώων εκτροφής λαμβάνουν αντιβιοτικά για μέρος ή για όλη τη ζωή τους (Rana et al., 2019). Τα πιο διαδεδομένα κτηνιατρικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην κτηνοτροφία και που μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα υγείας στους ανθρώπους περιλαμβάνουν την πενικιλίνη, τις τετρακυλίνες, τις αμινογλυκοσίδες, τις σουλφοναμίδες, τη χλωροαμφενικόλη, τα αρσενικοειδή και τις νιτρομιδαζόλες (Baynes et al., 2016). Τα φάρμακα αυτά συσσωρεύονται στους ιστούς των ζώων και μπορεί να φτάσουν στο τελικό προϊόν και συνεπώς στο καταναλωτή ως υπολείμματα.
Γενικά τα κτηνιατρικά φάρμακα δεν αποδομούνται κατά τη διάρκεια του μαγειρέματος και άλλων διαδικασιών, αλλά αυτές οι διαδικασίες συντελούν στη σημαντική μείωση της συγκέντρωσης τους (Rana et al., 2019). Αν τα υπολείμματα των φαρμάκων είναι πάνω από τα θεσμοθετημένα όρια, μπορεί να οδηγήσουν σε αλλεργικές αντιδράσεις, διατάραξη της φυσιολογικής χλωρίδας του εντέρου, δυσπλασίες στο αίμα, καρκίνο, ή/και ανάπτυξη αντιμικροβιακής αντοχής, καθιστώντας δύσκολη την καταπολέμηση λοιμώξεων του ανθρώπου (Baynes et al., 2016). Το γάλα, τα αυγά και το ήπαρ είναι τα κυριότερα ζωικά προϊόντα με υψηλά επίπεδα κτηνιατρικών φαρμάκων (Rana et al., 2019).
Εικόνα από morSafe